- νηογνώμονας
- οναυτ. ιδιωτικός διεθνής οργανισμός που ασχολείται με τη στατιστική τών ναυπηγήσεων, τών ναυαγίων και τών αβαριών, με την έκδοση προδιαγραφών ασφάλειας τών εμπορικών πλοίων καθώς και με την έκδοση κανονισμών κατάταξής τους σε κλάσεις, ελέγχει την εφαρμογή τών προδιαγραφών από τον ναυπηγό και στη συνέχεια παρακολουθεί το πλοίο σε όλη τη διάρκεια τής ζωής του με περιοδικούς ελέγχους και έκτακτες επιθεωρήσεις, ύστερα από τους οποίους εκδίδει πιστοποιητικό ασφάλειας και πλοϊμότητας τού σκάφους, αναλαμβάνοντας την ευθύνη έναντι τού πλοιοκτήτη και τών ασφαλιστών τού πλοίου και τού φορτίου του και, γενικά, οποιουδήποτε τρίτου, ιδιώτη ή δημόσιας υπηρεσίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < ναῦς, νηός «πλοίο» + γνώμονας].
Dictionary of Greek. 2013.